Πρέβεζας, νομός

Πρέβεζας, νομός
Διοικητική διαίρεση της Ηπείρου στο νοτιοδυτικό άκρο της. Έχει σχήμα ισοσκελούς τριγώνου και συνορεύει στα Β με τους νομούς Θεσπρωτίας και Ιωαννίνων, στα Α με τον νομό Άρτας, ενώ στα Ν και στα Δ βρέχεται, αντίστοιχα, από τον Αμβρακικό και από το Ιόνιο. Έχει έκταση 1.086 τ. χλμ. Στον δήμο Π. υπάγονται, εκτός από την πόλη, και ο Παντοκράτορας, ο Άγιος Θωμάς, το Νιοχώρι, το Ψαθάκι και οι Άγιοι Απόστολοι. Χτισμένη στην είσοδο του Αμβρακικού, απέναντι από το Άκτιο και κοντά στη Νικόπολη, η Π. αποτελεί το διοικητικό και οικονομικό κέντρο του νομού. Το λιμάνι της, που πριν από τον B’ Παγκόσμιο πόλεμο ήταν το μοναδικό της Ηπείρου, έχει ελάχιστη κίνηση σήμερα, μετά την ανάπτυξη των χερσαίων συγκοινωνιών. Εξακολουθεί όμως να είναι αξιόλογο αλιευτικό κέντρο, όπου συγκεντρώνονται τα αλιεύματα κυρίως του Αμβρακικού. Νεότερη σχετικά πόλη, φαίνεται πως δημιουργήθηκε μετά την παρακμή της Νικόπολης (συχνά συγχέονται στις φιλολογικές πηγές της περιόδου αυτής). Κατά μία άποψη συνοικίστηκε κατά τον 12 αι. και πρωτοεμφανίστηκε στο ιστορικό προσκήνιο το 1292, οπότε τη χρησιμοποίησαν ως ορμητήριο οι αυτοκρατορικές δυνάμεις που επιτέθηκαν εναντίον του δεσπότη της Ηπείρου. Γνώρισε πάντως ακμή κατά τη βυζαντινή περίοδο και στα χρόνια του δεσποτάτου της Ηπείρου. Κατά την τουρκοκρατία (ασάφεια υπάρχει και ως προς τον χρόνο κατά τον οποίο άρχισε) ακολουθεί την τύχη της περιοχής της και αργότερα υφίσταται όπως και όλα τα ηπειρωτικά παράλια, τις συνέπειες των βενετοτουρκικών πολέμων. Στα νερά της νίκησε τον Σεπτέμβριο του 1538 ο Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσα τον βενετικό στόλο υπό τον Αντρέα Ντόρια. Ύστερα οι κυρίαρχοί της εναλλάσσονται: 1684–1701 οι Βενετοί· 1701-17 οι Τούρκοι· 1717-97 πάλι οι Βενετοί· 1797 – 1798 οι Γάλλοι·1798-99 ο Αλή πασάς· 1800-07 οι Τούρκοι· 1807-20 πάλι ο Αλή πασάς, από τον οποίο την παίρνουν οι Τούρκοι, που θα την κρατήσουν μέχρι το 1912. Μορφολογία, υδρογραφία, κλίμα. Το ανάγλυφο του νομού Π. διαμορφώνεται βασικά από τις προεκτάσεις των βουνών της Θεσπρωτίας και του νομού Ιωαννίνων, που προχωρούν από Β προς Ν σε παράλληλη διάταξη. Στο βορειοανατολικό άκρο του ο νομός κλείνεται από το Ξεροβούνι, που μπαίνει από τον νομό Ιωαννίνων και συνεχίζεται στον νομό Άρτας, και έχει στον νομό Π. τη δεύτερη σε ύψος κορυφή του (1.607 μ.) και την κορυφή Γοργόμυλος (1.470 μ.) στα σύνορα με το νομό Άρτας. Δυτικότερα, και πάντα παράλληλα, εισέρχεται στο έδαφος του νομού η νοτιότερη προέκταση του Τόμαρου, με την κορυφή Ζαρκοράχη (1.332 μ.) στα όρια με τον νομό Ιωαννίνων. Ακόμα δυτικότερα, στο κέντρο του νομού, εκτείνεται με κατεύθυνση B-N η επιμήκης οροσειρά των Θεσπρωτικών ορέων (1.274 μ.), που απολήγει στα Ν στα υψώματα του Σταυρού (681 μ.), και ακολουθούν, πάντα στα Δ, οι προεκτάσεις των ορέων του Σουλίου και της Παραμυθιάς (1.082 μ.) που καταλήγουν στα ιστορικά βουνά του Ζαλόγγου. Στο βορειοανατολικό τμήμα του νομού βρίσκονται τα βουνά της Πάργας (927 μ.), των οποίων οι κλιτύες απολήγουν στο Ιόνιο. Το ανάγλυφο του νομού Π. συμπληρώνεται από τρεις πεδινές εκτάσεις. Η μία βρίσκεται στο βορειοδυτικό τμήμα και προέκυψε από την αποξήρανση της Αχερουσίας λίμνης και διαφόρων τελμάτων και από τη διευθέτηση της κοίτης του Αχέροντα. Η άλλη, της Φιλιππιάδας, αποτελεί συνέχεια στα Δ της πεδιάδας της Άρτας και σχηματίστηκε από τις προσχώσεις του Ξηροποτάμου και του Λούρου και από την αποστράγγιση διαφόρων τελμάτων. Συνέχεια της πεδιάδας της Φιλιππιάδας αποτελεί η πεδιάδα της Πρέβεζας, στη νοτιότερη χερσονοειδή απόληξη του νομού. Βασικά υδρογραφικά στοιχεία του νομού Π. είναι οι ποταμοί Αχέρωντας και Λούρος. Ο πρώτος, τόσο συνδεδεμένος με τη μυθολογία, διαρρέει το βορειοδυτικό τμήμα του νομού και αρδεύει την πεδιάδα του Φαναρίου. Ο Λούρος, που πηγάζει από τις ανατολικές κλιτύς του Τόμαρου, προχωρεί προς τα Ν, ρέει ανάμεσα στο Ξεροβούνι και στα Θεσπρωτικά όρη, διαρρέει την πεδιάδα της Φιλιππιάδας, δέχεται από δεξιά τα νερά του κυριότερου παραποτάμου του, του Ξεροπόταμου ή Ξεριά, και ύστερα από διαδρομή 66 χλμ. χύνεται στον Αμβρακικό, στο δυτικό τμήμα της προσχωσιγενούς πεδιάδας της Άρτας, αφού προηγουμένως τροφοδοτήσει τον υδροηλεκτρικό σταθμό διά της τεχνητής λίμνης που δημιούργησε το φράγμα του κοντά στις πηγές του Αγίου Γεωργίου. Στον νομό Π. υπάρχουν ακόμα δύο μικρές λίμνες, η Μαύρη και η Ζήρος Δ και ΒΔ αντίστοιχα, της Φιλιππιάδας. Η ακτή του νομού Π. στο Ιόνιο, μετά τον μικρό όρμο της Πάργας και λίγο νοτιότερα το μεγαλύτερο του Αγίου Ιωάννη, συνεχίζεται στα Ν μονότονη και αλίμενη, σχηματίζει ύστερα τον ανοιχτό όρμο της Νικόπολης και από εκεί, από το μικρό ακρωτήριο Μύτικας, αρχίζει η μικρή προσχωσιγενής χερσόνησος της Πρέβεζας με το ομώνυμο στενό, που αποτελεί την είσοδο του Αμβρακικού κόλπου. Μετά το στενό σχηματίζεται στα Α το άλλο σκέλος της μικρής χερσονήσου που απολήγει στο ακρωτήριο Λασκάρα. Α της χερσονήσου ανοίγεται ο όρμος της Σαλαώρας με τη μικρή λιμνοθάλασσα Μάζεμα στο βάθος της. Το κλίμα του νομού στις παράκτιες περιοχές, που δέχονται την ευεργετική επίδραση της θάλασσας, είναι ήπιο. Προχωρώντας προς το εσωτερικό και ιδίως στα Β γίνεται δριμύτερο και με μεγάλες βροχοπτώσεις. Οικονομία και οικισμοί. Ο νομός Π. είναι ο μικρότερος σε έκταση από τους 4 νομούς της Ηπείρου. Η οικονομία του νομού, ο οποίος έχει, μαζί με τον νομό Άρτας, το υψηλότερο εισόδημα στην Ήπειρο, βασίζεται στη γεωργία, με μεγάλη αναλογία, αρδευόμενων εδαφών και με κύρια προϊόντα λάδι, βαμβάκι, αραβόσιτο και λοιπά δημητριακά, λαχανικά κ.ά. Η βιομηχανία δεν είναι ανεπτυγμένη και περιορίζεται στην επεξεργασία γεωργικών προϊόντων. Ιστορικά και αρχαιολογικά στοιχεία. Ο σημερινός νομός Π. περιλαμβάνει την αρχαία Κασσωπία και από τη Θεσπρωτία την πεδιάδα του Αχέροντα και την περιοχή της Πάργας, που κατά την αρχαιότητα λεγόταν Ελαιάτις. Η Κασσωπία είναι το νοτιοδυτικότερο τμήμα της Ηπείρου με όρια τον Αχέροντα στα Β, το Ιόνιο πέλαγος στα Δ και τον Αμβρακικό κόλπο στα Ν. Τα ανατολικά όρια ήταν ασταθή και αβέβαια. Φυλετικά αποτελεί ίσως τμήμα των Θεσπρωτών το ηπειρωτικό αυτό φύλο, που ονομάζεται με παραλλαγές Κασσωποί, Κασσωπείς, Κασσωπιαίοι και συχνότερα, στους κλασικούς και ελληνιστικούς χρόνους, Κασσωπαίοι, όπως στα νομίσματα του 4ου και 3ου αι. π.Χ. Το όνομα της χώρας είναι Κασσωπία. Η έκτασή της υπολογίζεται σε περίπου 1.000 τ. χλμ. Επιφανειακές και ανασκαφικές έρευνες αρχαιολογικής αποστολής του πανεπιστημίου του Κέμπριτζ αποκάλυψαν ευρήματα, που χρονολογούνται από τη Μέση Παλαιολιθική εποχή (περ. 24.000 – 9000 π.Χ.). Στο Ασπροχάλικο, ένα σπήλαιο στη χαράδρα του Λούρου, που έγινε ήδη πασίγνωστο, βρέθηκαν ευρήματα, που χρονολογήθηκαν, με τη μέθοδο του άνθρακα 14, περίπου στο 40.000 π.Χ. Η ζωή στα βουνά και στα λιβάδια, με καταφύγιο στα σπήλαια των χαραδρών, συνεχίστηκε μέχρι τη Νεολιθική εποχή, που τελειώνει κατά το 2500 π.Χ. Της εποχής αυτής έχουμε ευρήματα από τη Λάκκα Σούλι. Στην ακόλουθη εποχή του Χαλκού, περ. το 2000 π.Χ., τοποθετείται η εμφάνιση των Θεσπρωτών, παράλληλα προς την εμφάνιση και των άλλων Ελλήνων στη μετέπειτα ελληνική χερσόνησο. Προελληνικά ονόματα πόλεων και τοπωνύμια θεωρούνται τα: Κίχυρος ή Έφυρα, ίσως Ωρωπός, Τόμαρος, Αχέρων, Αχερουσία, Κασσωποί κ.ά. Κατά το τέλος της Υστεροελλαδικής περιόδου (13ος αι. π.Χ.) έρχονται άποικοι από τη δυτική Πελοπόννησο στη Θεσπρωτία και αναπτύσσονται σχέσεις με τα νησιά του Ιονίου και την Κρήτη, όπως μαθαίνουμε από τον Όμηρο και τα αγγεία που μεταφέρθηκαν. Η τοπική κεραμική, χειροποίητη ακόμα, φαίνεται να είναι έργο των γυναικών. Τα χωριά συνήθως είναι στις πλαγιές των βουνών ή πάνω σε λόφους, όπου το κλίμα είναι εύκρατο. Οι άποικοι έχουν πόλεις, όπως η Έφυρα, στη δεξιά όχθη του Αχέροντα, και ασκούν εμπόριο. Στην Οδύσσεια αναφέρεται βασιλιάς της πλούσιας Θεσπρωτίας, ο Φείδων, που φιλοξένησε τον Οδυσσέα και του έδωσε πλούσια δώρα. Αναφέρεται ακόμα βασιλιάς Έχετος στην Ήπειρο, πατέρας του Βουχέτου, που ίδρυσε το Βουχέτιον. Κινητά ευρήματα του τοπικού πολιτισμού της εποχής του Χαλκού, τα περισσότερα τυχαία, υπάρχουν από πολλές θέσεις. Στον Άγιο Αθανάσιο του Θεσπρωτικού παρατηρήθηκαν και λείψανα κυκλικών σπιτιών. Λατρεία Θέμιδας στο Βουχέτιον φαίνεται να ανάγεται σε προελληνικούς χρόνους. Η Θέμις ήρθε, λέει, καβάλλα σε βουν, από τον οποίον πήρε το όνομά του το Βουχέτιον όπου εγκαταστάθηκαν αργότερα, στον 7o αι. π.Χ., άποικοι. Η λατρεία της δρυός εξάλλου φαίνεται να ήρθε με τους Θεσπρωτούς, ενώ η λατρεία του Άδη δεν έχει σαφή προέλευση. Στους μύθους της περιοχής αναφέρεται ο Πίνδαρος, λέγεται ότι ο Νεοπτόλεμος, γιος του Αχιλλέα, πήγε στη Μολοσσία και έγινε βασιλιάς της, όταν γύρισε από την Τροία περνώντας από την Έφυρα, που τοποθετείται κοντά στο νεκρομαντείο. Εξάλλου ηλειακή αρχή έχει ο μύθος, κατά τον οποίο ο Ηρακλής μαζί με τους Καλυδωνίους πολέμησε τους Θεσπρωτούς, κατέλαβε την Έφυρα, σκότωσε τον βασιλιά της Φυλέα και από την κόρη του Αστυόχη απέκτησε τον Τληπόλεμο. Περίπου το 700 π.Χ. ιδρύεται η Πανδοσία, αποικία των Ηλείων στην πεδιάδα του Αχέροντα, μερικά χιλιόμετρα Α της μυκηναϊκής Εφύρας, δίπλα στο σημερινό Καστρί. Άλλες αποικίες των Ηλείων είναι το Βουχέτιον ή Βούχετα (στους Ρωγούς), η Ελάτρια (παρά το Παλιορόφορο - Ωρωπό), οι Βατίες (παρά το Λέλοβο - Θεσπρωτικό). Από εδώ και πέρα αρχίζει ζωηρότερο το ενδιαφέρον των νότιων Ελλήνων για τα ηπειρωτικά φύλα του εσωτερικού. Ίσως τώρα πήρε η Ήπειρος το όνομά της και οι Hπειρώται το όνομα, που ήταν γεωγραφικό πριν γίνει εθνικό· (οι στεριανοί - οι Ηπειρώται). Είναι χαρακτηριστικό του αποικισμού η εγκατάσταση των αποίκων κοντά στις εκβολές των ποταμών, του Λούρου και του Αχέροντα, που είναι αφετηρίες και τέρματα εμπορικών οδών. Κοντά έρχονται και στοιχεία των μύθων και αγαθά του πολιτισμού γενικότερα. Ο Παυσανίας, για παράδειγμα, μας πληροφορεί ότι οι Ηλείοι χρησιμοποιούσαν στις θυσίες που γίνονταν προς τιμήν του Δία μόνο ξύλο λεύκας και αυτό γιατί ο Ηρακλής την έφερε από τη Θεσπρωτία, όπου τη βρήκε να φύεται κοντά στον Αχέροντα –γι’ αυτό και ο Όμηρος τη λέει Αχερωίδα. Κατά το τέλος του 7ου αι. π.Χ. η Κόρινθος παρουσιάζεται με αποικίες της κατά μήκος του Ιονίου και του Αμβρακικού κόλπου. Τα ηπειρωτικά φύλα υιοθετούν τα κορινθιακά νομίσμα τα. Οι Ηλείοι πάντως δεν αποσύρθηκαν εντελώς, όπως φαίνεται. Το 433 π.Χ. στη ναυμαχία παρά τα Σύβοτα συμμετέχουν με 10 πλοία. Κατά το τέλος του Αρχιδάμειου πολέμου πάντως οι σχέσεις μεταξύ των Αθηναίων και των Ηπειρωτών είναι καλύτερες και ειδικότερα με τους Μολοσσούς, οι οποίοι, με τη βοήθειά τους με επικεφαλής τον βασιλιά Θαρύπα (423 – 395 π.Χ.) απλώνουν τον έλεγχό τους μέχρι τις ακτές. Ο Αλκέτας (385 – 370 π.Χ.) ελέγχει τη ζώνη ανάμεσα στον Λούρο και στον Άραχθο. Στη Μολοσσία είναι προσαρτημένη η περιοχή των πηγών του Αχέροντα μετά τον θάνατο του Αλεξάνδρου A’ (331 π.Χ.). Οι Κασσωπαίοι πάντως είναι ανεξάρτητοι, όπως φαίνεται από τον ψευδο-Σκύλακα και τον κατάλογο των Θεαροδόκων της Επιδαύρου (360 – 355 π.Χ.) και μετέχουν στο πρώτο Κοινόν των Μολοσσών. Αποτέλεσμα της αθηναϊκής επιρροής είναι, για παράδειγμα, η παρουσία 13 αττικών αγγείων σε τάφο στην Κερασώνα και τα αττικά αγγεία του νεκροταφείου στο Μιχαλίτσι (5ος – 4ος αι. π.Χ.). Άλλα ευρήματα των ιδίων τάφων μαρτυρούν σχέσεις με τη Μεγάλη Ελλάδα. Είτε ως αποτέλεσμα επίδρασης εξωτερικής είτε ως ανάγκη αντίδρασης των Ηπειρωτών στους αποίκους ήρθε ο συνοικισμός των ηπειρωτικών φύλων σε πόλεις. Η Κασσώπη (παρά την Καμαρίνα και τον Ζάλογγο) αναφέρεται για πρώτη φορά σε επιγραφή της Επιδαύρου (360 – 355 π.Χ.). Ίσως την εποχή αυτή οι Ηπειρώτες του εσωτερικού ανεβάζουν για πρώτη φορά τη μαστορική σε επίπεδο αρχιτεκτονικής. Κατά την ελληνιστική εποχή αλλάζει ριζικά η πολιτική κατάσταση. Δεν έχουμε πια αποικίες στα παράλια και Ηπειρώτες στο εσωτερικό. Ο γάμος της Ολυμπιάδας με τον Φίλιππο της Μακεδονίας είχε τις συνέπειές του έως τα ηπειρωτικά παράλια. Ο Φίλιππος χάρη του γυναικαδέλφου του Αλεξάνδρου A’ εκστράτευσε στην Ήπειρο, πολιόρκησε και κατέλαβε τις 3 αποικίες των Ηλείων, την Πανδοσία, τα Βούχετα και την Ελάτρια, και τις παρέδωσε στον Αλέξανδρο A’, δηλαδή στους Κασσωπαίους, που μετείχαν στο Κοινό των Μολοσσών. Οι Κασσωπαίοι κόβουν τα πρώτα χάλκινα νομίσματά τους με την εικόνα της θεάς Αφροδίτης, την οποία κυρίως λατρεύουν. Με τον σχηματισμό του Κοινού των Ηπειρωτών οι Κασσωπαίοι είναι ισότιμα μέλη του (μεταξύ περ. 330 – 232 π.Χ.). Στην περίοδο της βασιλείας του Πύρρου (297 – 272 π.Χ.), έχασαν βέβαια, όπως όλα τα μέλη του Κοινού, ένα μέρος της πολιτικής δύναμης, το οποίο οικειοποιήθηκε ο βασιλιάς. Ο Πύρρος έχτισε στη χερσόνησο της Πρέβεζας και μία νέα πόλη που της έδωσε το όνομα Βερενίκη, δηλαδή το όνομα της πεθεράς του, συζύγου του Πτολεμαίου A’. Με την Ήπειρο αβασίλευτη (μετά το 232 π.Χ.), οι Κασσωπαίοι εξακολουθούν να είναι μέλη του Κοινού των Ηπειρωτών. Και μετά τη διάλυση του Κοινού (170 π.Χ.) συμπολιτεύονται με τους Μολοσσούς ως φίλοι των Μακεδόνων. Είχαν λοιπόν κοινή μοίρα μετά την κατάκτηση της Ηπείρου από τους Ρωμαίους, όταν ο Αιμίλιος Παύλος κατέστρεψε τις 70 ηπειρωτικές πόλεις. Σαφής είναι η εντύπωση της σύγχρονης καταστροφής στους ερειπιώνες της Ηπείρου. Την ίδια τύχη είχαν, για παράδειγμα, το νεκρομαντείο στον Αχέροντα και το Πρυτανείο της Κασσώπης. Η πρώην εύανδρος Ήπειρος ερημώθηκε. Η κατάσταση αλλάζει ριζικά μετά τη ναυμαχία του Ακτίου (31 π.Χ.) και την ίδρυση της Νικόπολης. Στο εξής η Ήπειρος, όπως όλη η Ελλάδα, υποφέρει από επιδρομές βαρβάρων, από την εκμετάλλευση των Ρωμαίων κλπ., αργότερα από την τουρκοκρατία και τη μοίρα αυτή βέβαια συμμερίζεται και η περιοχή του νομού Π. Ένα από τα παλαιά οχυρώματα στη Πρέβεζα. Παλαιό οχύρωμα στη Πρέβεζα. Τα επιβλητικά ερείπια της Κασσώπης απλώνονται ανδηρωτά στη νότια πλαγιά του Ζαλόγγου, σε υψόμετρο περί το 600, κοντά στο χωριό Καμαρίνα. Τα πολυγωνικά τείχη, πάχους ως 3,50 μ., χρονολογούνται στον 4o και 5o π.Χ. αι. Η πόλη ήταν χτισμένη κατά το ιπποδάμειο σύστημα. Μια ακρόπολη στη βορειοδυτική γωνία του περίβολου των τειχών και άλλη στη βορειοανατολική περικλείουν και δεξαμενή νερού. Εκπληκτικά είναι τα λείψανα του ωδείου και θεάτρου. Αεροφωτογραφία της παραλίας της Νικόπολης στην Πρέβεζα (φωτ. ΑΠΕ). Τα ερείπια της αρχαίας Πανδοσίας, κοντά στο Kαστρί, του Φαναριού, στον Αχέροντα, είναι αλλεπάλληλοι περίβολοι τείχους με πύλες και πύργους. Στην πόλη και στην ακρόπολη διατηρούνται τα λείψανα δεξαμενών, δρόμων, υπόνομων και κτιρίων. Τα κηπευτικά αποτελούν αξιόλογη καλλιέργεια, ιδίως στην περιοχή της αρχαίας Νικόπολης, της οποίας τα εντυπωσιακά ερείπια διακρίνονται στο βάθος. Εκτροφείο πέστροφας στον Άγιο Γεώργιο. Οι πέστροφες της περιοχής είναι ονομαστές για τη νόστιμη σάρκα τους. Τα Ερείπια, με νεώτερες προσθήκες της Παντάνασσας, βυζαντινού ναού στη Φιλιππιάδα. Βυζαντινοί vαoi υπάρχουν και σε άλλες περιοχές του νομού. Τμήμα της υποθαλάσσιας σήραγγας Ακτίου - Πρέβεζας (φωτ. ΑΠΕ). Άποψη του Λούρου στις πηγές του. Ο Αχέρων, το μυθικό ποτάμι, που αποξηράνθηκε πριν από τον τελευταίο πόλεμο. Φαίνεται το χωριό Γλυκύ. Ο ονομαστός ελαιώνας της Πρέβεζας, από τα γραφικότερα πεδινά τοπία του νομού. Το λιμάνι της Πρέβεζας στον Αμβρακικό.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • GR-34 — Präfektur Preveza Νομός Πρέβεζας Basisdaten Staat: Griechenland …   Deutsch Wikipedia

  • Preveza (Präfektur) — Präfektur Preveza (1915–2010) Νομός Πρέβεζας Basisdaten (April 2010)[1] Staat …   Deutsch Wikipedia

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”